...Όλοι κάποτε ευχόμαστε να ζήσουμε το "Γελαστό απόγευμα" που 'ναι χαμένο
κάπου στα εφηβικά μας όνειρα...
Άλλοι το βρήκαμε κι άλλοι δυστυχώς όχι...
Είμαστε εδώ για να μοιραστούμε τις σκέψεις μας , απλά , ειλικρινά ,

έστω στο χρόνο τ' απογευματινού
μας καφέ...
Ν' ανταλλάξουμε απόψεις...
Να επικοινωνήσουμε έστω...
Ελεύθερα , εχέμυθα κι ανώνυμα αν προτιμάτε...

Καλώς ήλθατε στο "Γελαστό απόγευμα"

Στέλιος



Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011

"Μια φορά κι έναν καιρό ήμουν Έλληνας..."

Σήμερα πλέον "πωλούνται" όλα...
Θα τους αφήσεις;

Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2011

Nίκος Καββαδίας

Ὁ Νίκος Καββαδίας εἶναι ἴσως ὁ μόνος ποὺ ἀξίζει τὸν χαρακτηρισμὸ τοῦ ἀπόλυτα βιωματικοῦ στὴν ποίησή του. Μιλάει πάντα γιὰ τὰ καράβια ποὺ ἔζησε, τοὺς ναυτικοὺς ποὺ γνώρισε, τοὺς ἔρωτες, τοὺς καβγᾶδες καὶ τοὺς θανάτους στὰ λιμάνια, μὲ τὴν γλώσσα τῶν καραβιῶν, ἀλλὰ καὶ κάποιους ἰδιωματισμοὺς τῆς Κεφαλλονιᾶς, νὰ μπλέκονται στὰ γνήσια λαϊκὰ ἑλληνικά του.

Ὁ ἔρωτάς του γιὰ τὰ ταξίδια καὶ τὴ θάλασσα, πάθος τρομερό, σχέση ἀγάπης καὶ μίσους, ὁ ἴδιος ἔρωτας ποὺ τὸν ὁδήγησε νὰ μπαρκάρει μικρός, μόλις 19 ἐτῶν, ἀφήνοντας τὴν ἀσφαλῆ δουλειὰ τοῦ ναυτικοῦ γραφείου, εἶναι ὁρατὸς σὲ κάθε στίχο του, καὶ τόσο δυνατὸς ποὺ διαπερνᾶ τὸν ἀναγνώστη, τὸν κάνει νὰ ξεχάσει τὶς ἄγνωστες λέξεις καὶ τοὺς ναυτικοὺς ὅρους, καὶ νὰ συνεπαρθεῖ ἀπόλυτα ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τοῦ λόγου τοῦ ποιητῆ.

Ἀπὸ παιδὶ ἔνιωσε ἀκατανίκητη ἕλξη γιὰ τὴ θάλασσα γι᾿ αὐτὸ καὶ ἔγινε ναυτικός. Τὰ ποιήματά του ἔχουν ἔχουν πλαίσιο τὴ θάλασσα καὶ θέμα τὴ σκληρὴ ζωὴ τῶν ναυτικῶν. Ὡστόσο γιὰ τὸν Καββαδία, ποὺ εἶναι ἰδανικὸς ἐραστὴς «τῶν μακρυσμένων θαλασσῶν καὶ τῶν γαλάζιων πόντων», ἡ θάλασσα εἶναι ἕνας μαγικὸς κόσμος. Ἀπὸ αὐτὴ ἀντλεῖ δύναμη καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν ἄνθρωπο.


Καφάρ


Νὰ ζεῖς στὴν ἴδια πολιτεία παντοτινὰ
καὶ νὰ ’χεις τῶν ἀναχωρήσεων τὴ μανία,
μὰ φεύγοντας ἀπ’ τὸ γραφεῖο τὰ βραδινὰ
νὰ κάνεις ὀφθαλμοπορνεία στὰ καφενεῖα.
Ἄλλοτες εἴχαμε τὰ πλοῖα κρυφὸ σκοπό,
μὰ ὁ κόσμος ἔγινε σὰν ἀδειανὴ φυλλάδα,
εἶναι τὸ ἴδιο πιὰ νὰ μένεις στὴν Ἑλλάδα
μὲ τὸ νὰ ταξιδεύεις στὸ Fernando Po.
Τὰ φορτηγὰ εἶναι κακοτάξιδα κι ἀργοῦν,
μὲς στὰ ποστάλια πλήττεις, βλέποντας τουρίστες·
τὸ νὰ φορτώνεις μῆνες ρύζια στὸ Ραγκοῦν
εἶν’ ἕνα πράμα ποὺ σκοτώνει τοὺς ἀρτίστες.
Οἱ πόλοι γίνανε σὲ μᾶς πολὺ γνωστοί,
θαυμάσαμε πολλὲς φορὲς τὸ Βόρειο Σέλας,
κι ἔχουν οἱ πάγοι χρόνια τώρα σκεπαστεῖ
ἀπὸ ἀδειανὰ κουτιὰ σπανιόλικης σαρδέλας.
Στὴν Ταϊτὴ ἔζησε μῆνες κι ὁ Λοτί·
ἂν πᾶς λιγάκι παρακάτου στὶς Μαρκίζες,
ποὺ ἄλλοτες τρώγανε μπανάνες κι ἄγριες ρίζες,
καλλυντικὰ τώρα πουλᾶνε τοῦ Coty.
Οἱ Γιαπωνέζες, τὰ κορίτσια στὴ Χιλὴ
κι οἱ μαῦρες του Μαρόκου, ποὺ πουλᾶνε μέλι,
ἔχουν σὰν ὅλες τὶς γυναῖκες τὰ ἴδια σκέλη
καὶ δίνουν μὲ τὸν ἴδιο τρόπο τὸ φιλί.
Ἡ αὐτοκτονία, προνόμια στὰ θηλυκὰ –
κάποτες κάναμε κι μεῖς αὐτὴ τὴ σκέψη.
Πεθαίνεις πιὸ σιγὰ μὲ τὰ ναρκωτικά,
μὰ τελευταῖα τὰ ’χουν κι αὐτὰ πολὺ νοθέψει.



Το να γράψεις είναι εύκολο...
Να πετύχεις είναι συμπτωματικό...
Το να βιώσεις, να το αποτυπώσεις,
και να καταθέσεις ψυχή, είναι ακατόρθωτο...