Αντανακλώντας ένα κομμένο με μαχαίρι μισοφέγγαρο
στη ροζιασμένη απαλάμη του χεριού μου,
κι ενώ με τα λιμάνια μου κλειστά
παλεύω να γλυκάνω την πίκρα απ' τα χείλη μου...
Ξάφνου, φυσάει αεράκι δροσερό, σαλεύει τα μαλλιά μου,
ανάσα, όνειρο, ελπίδα στην καρδιά
κι ένα παιδί πάλι από μέσα μου γελάει...
Έσταξε βάλσαμο στα ραγισμένα μου φτερά,
σπάει ο καθρέφτης που με έδειχνε θλιμμένο...
Πάλι σε στέκια μαγικά, θαλασσινά θα ξημερώνομαι,
έχοντας φύγει οριστικά από άδειες ζωές
και φυλακές για Ροβινσώνες...
στη ροζιασμένη απαλάμη του χεριού μου,
κι ενώ με τα λιμάνια μου κλειστά
παλεύω να γλυκάνω την πίκρα απ' τα χείλη μου...
Ξάφνου, φυσάει αεράκι δροσερό, σαλεύει τα μαλλιά μου,
ανάσα, όνειρο, ελπίδα στην καρδιά
κι ένα παιδί πάλι από μέσα μου γελάει...
Έσταξε βάλσαμο στα ραγισμένα μου φτερά,
σπάει ο καθρέφτης που με έδειχνε θλιμμένο...
Πάλι σε στέκια μαγικά, θαλασσινά θα ξημερώνομαι,
έχοντας φύγει οριστικά από άδειες ζωές
και φυλακές για Ροβινσώνες...